Η ανισότητα των εισοδημάτων δεν είναι μέτρο της ανθρώπινης προόδου

Η ανισότητα των εισοδημάτων δεν είναι μέτρο της ανθρώπινης προόδου

Του Marian L. Tupy

Μετά τη Μεγάλη Ύφεση του 2008, η ανισότητα των εισοδημάτων έγινε η κύρια ανησυχία όσων αισθάνονται ότι η οικονομία της αγοράς τους έχει απογοητεύσει. Το 2011 το “Είμαστε το 99%” έγινε το σύνθημα που ένωνε τους μετέχοντες στο κίνημα Occupy Wall Street. Το 2013, ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα περιέγραψε την ανισότητα των εισοδημάτων ως τη “μεγαλύτερη πρόκληση της εποχής μας”.

Ένα χρόνο μετά, ο Πάπας Φραγκίσκος ζήτησε την “δίκαιη αναδιανομή των οικονομικών ωφελημάτων από το κράτος” ενώ ο αριστερός οικονομολόγος Thomas Piketty επιχείρησε να παράσχει διανοητικά πολεμοφόδια στο κίνημα για μεγαλύτερη ισότητα εισοδημάτων με το έργο του Το Κεφάλαιο στον 21ο Αιώνα. Η ανάδειξη του Ντόναλντ Τραμπ στην Προεδρία των ΗΠΑ εμπόδισε την ορμή του κινήματος, αλλά η ανησυχία για την ανισότητα των εισοδημάτων δεν εξαφανίστηκε. Μόλις αυτή την εβδομάδα για παράδειγμα, οι New York Times δημοσίευσαν ένα άρθρο με τον τίτλο Happy Birthday Karl Marx, You Were Right! (Χαρούμενα γενέθλια Καρλ Μαρξ, είχες δίκιο!).

Σύμφωνα με τον Jason Barker, αναπληρωτή καθηγητή στο πανεπιστήμιο Kyung Hee τη Νότιας Κορέας και συγγραφέα του μυθιστορήματος Marx Returns “η κυρίαρχη γνώμη μεταξύ των μορφωμένων φιλελευθερών σήμερα είναι ότι η βασική θέση του Μαρξ - ότι ο καπιταλισμός έχει ως κινητήρια δύναμη μια βαθιά διχαστική πάλη των τάξεων όπου η κυριάρχη μειονοτική τάξη καρπώνεται την υπεραξία της εργασίας της πλειονοτικής εργατικής τάξης - είναι ορθή”.

Αντίθετα προς τον καθηγητή Barker, η συμφωνία ως προς τη βασική θέση του Μαρξ δεν είναι ομόφωνη, ούτε το φάσμα απόψεων των φιλελευθέρων είναι μονολιθικό. Ο καθηγητής ψυχολογίας του Χάρβαρντ Steven Pinker για παράδειγμα εξέτασε επί μακρόν την εισοδηματική ανισότητα στο πρόσφατο βιβλίο του Enlightenment Now: The Case for Reason, Science, Humanism, and Progress (Διαφωτισμός τώρα: Το επιχείρημα υπέρ της λογικής, της επιστήμης, του ανθρωπισμού και της προόδου). Ο Πίνκερ αμφισβητεί πολλά από τα επιχειρήματα υπέρ του να αντιμετωπίζουμε την εισοδηματική ανισότητα ως “τη μεγαλύτερη πρόκληση της εποχής μας” και συμπεραίνει ότι “η εισοδηματική ανισότητα δεν είναι θεμελιώδες συστατικό της ευημερίας”. Όσοι ενδιαφέρονται για την εισοδηματική ανισότητα θα πρέπει να έρθουν σε επαφή με τα επιχειρήματα του Πίνκερ - και να αντιμετωπίσουν με σοβαρότητα.

Πρώτα απ' όλα, είναι σημαντικό να μη συγχέουμε την ανισότητα με τη φτώχεια. Τα επίπεδα διαβίωσης βελτιώνονται, μολονότι με άνισο τρόπο, στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου. Ιδιαίτερα οι αναπτυσσόμενες χώρες έχουν ωφεληθεί έντονα από τη μείωση των φραγμάτων στο εμπόριο και την κίνηση των κεφαλαίων. Αυτός είναι ο λόγος που η ανισότητα μεταξύ των χωρών στην πραγματικότητα συρρικνώνεται. Σε ό,τι αφορά την ανισότητα εντός της εκάστοτε χώρας, ο πλουτισμός στην κορυφή δεν οδήγησε σε μαζική φτωχοποίηση. Η οικονομία της αγοράς δεν είναι παίγνιο μηδενικού αθροίσματος όπου το κέρδος κάποιου πρέπει να προέλθει εις βάρος κάποιου άλλου. Το αξίωμα “οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι” αποτελεί μια σύνοψη της σοσιαλιστικής κριτικής στο σύστημα της αγοράς, και υπονοεί την υποτιθέμενη νομοτέλεια του, κατά τον Μαρξ. Νόμου της Αυξανόμενης Φτώχειας. Πρόκειται επίσης για έναν μύθο που δεν υποστηρίζεται από τα εμπειρικά δεδομένα.

Ακόμη ένα σύνολο επιχειρήματων που διατυπώνεται από όσους ανησυχούν για την εισοδηματική ανισότητα περιστρέφεται γύρω από διάφορες ψυχολογικές θεωρίες που υποστηρίζουν ότι η ευτυχία ενός ατόμου εξαρτάται από την σχετική του θέση ως προς τα υπόλοιπα μέλη της κοινότητας. Αυτή η κριτική της εισοδηματικής ανισότητας αφορά ανησυχίες ως προς τις “κοινωνικές συγκρίσεις”, τις “ομάδες αναφοράς”, το “άγχος της κοινωνικής θέσης” και την “σχετική φτώχεια”.

Ξανά, τα δεδομένα που υποστηρίζουν τα επιχειρήματα των επικριτών σπανίζουν. “Αντίθετα προς την προηγούμενη πεποίθηση ότι οι άνθρωποι νοιάζονται τόσο πολύ για τους πλουσιότερους συμπατριώτες τους που συνεχώς μηδενίζουν τον εσωτερικό τους μετρητή ευτυχίας ανεξάρτητα του πώς ζουν” γράφει ο Πίνκερ “οι πλουσιότεροι άνθρωποι και οι άνθρωποι στις πλουσιότερες χώρες είναι (κατά μέσο όρο) ευτυχέστεροι απ' ό,τι οι φτωχότεροι άνθρωποι και οι άνθρωποι στις φτωχότερες χώρες”.

Μετά υπάρχει η λεγόμενη “θεωρία του πνευματικού επιπέδου” (spirit level theory), που υποστηρίζει πως τα περισσότερα κοινωνικά προβλήματα όπως οι δολοφονίες, η χρήση ναρκωτικών και η αυτοκτονία, είναι αποτελέσματα της δυσαρέσκειας που προκαλεί η εισοδηματική ανισότητα. Ξανά, αυτή η κριτική δεν είναι βάσιμη. Πρώτον, δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι η ύπαρξη ενός πλούσιου ατόμου προκαλεί μεγαλύτερη ψυχολογική ταραχή σε ένα φτωχό άτομο απ' ό,τι ο ανταγωνισμός με άλλα φτωχά άτομα. Δεύτερον, οι αρχικές έρευνες που υποτίθεται πως κατεδείκνυαν την ορθότητα της θεωρίας αυτής έχουν ξεπεραστεί από νέες και πιο εκτεταμένες έρευνες που αποκαλύπτουν ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καμία αιτιακή σχέση μεταξύ της εισοδηματικής ανισότητας και της έλλειψης ευτυχίας.

Τρίτον, η αύξηση της εισοδηματικής ανισότητας γίνεται στην πραγματικότητα αντιληπτή ως απόδειξη κοινωνικής κινητικότητας στις αναπτυσσόμενες χώρες, αυξάνοντας κατ' αυτόν τον τρόπο την ευτυχία, Τέλος, ο Πίνκερ εξετάζει τη διαδεδομένη σύγχυση της εισοδηματικής ανισότητας με την αδικία. Σε αντίθεση με αυτό που κάποιοι ερευνητές, μεταξύ των οποίων και εγώ, έχουμε ονομάσει “απέχθεια έναντι της ανισότητας” (inequity aversion), νέες έρευνες συμπεραίνουν ότι δεν υπάρχει κάποια εγγενής προτίμηση μεταξύ των ανθρώπινων όντων υπέρ των ίσων κατανομών.

Στην πραγματικότητα, συχνά προτιμούνται οι άνισες κατανομές - στο βαθμό που γίνονται αντιληπτές ως αξιοκρατικές. Και αυτό μας φέρνει πίσω στη Μεγάλη Ύφεση. Υποθέτω πως λίγα μέλη του κινήματος Occupy Wall Street ξέρουν τον Πίνκερ ή έχουν εντρυφήσει στη βιβλιογραφία της ψυχολογίας. Η αποστροφή τους έναντι της διάσωσης των τραπεζών έχει, όπως φαίνεται, ως κινητήρια δύναμη ένα βαθύ αίσθημα αδικίας: οι ίδιοι άνθρωποι που προκάλεσαν την κατάρρευση της αγοράς διασώθηκαν μέσω του δημόσιου χρήματος.

Τα μέλη του κινήματος αυτού είχαν ένα δίκιο, αλλά ταύτισαν λανθασμένα την κρατική αντίδραση κατά το ξέσπασμα της Μεγάλης Ύφεσης με την εγγενή λειτουργία της οικονομίας της αγοράς. “Ο καπιταλισμός χωρίς αποτυχίες είναι σαν μια θρησκεία χωρίς αμαρτία” όπως είπε κάποτε ο Αμερικανός οικονομολόγος Alan H. Meltzer. “Δεν δουλεύει”.

Οι τράπεζες που έκαναν λάθος επενδύσεις πριν από μια δεκαετία θα έπρεπε να αφεθούν να χρεοκοπήσουν. Οι διασώσεις με άλλα λόγια εμπόδισαν τη λειτουργία της αγοράς. Τα κράτη που τις εφάρμοσαν πίστεψαν ότι έτσι εμπόδιζαν την κατάρρευση της αγοράς. Αντιθέτως, οι πολιτικοί δημιούργησαν μια πραγματική δυσαρέσκεια που παραμένει μαζί μας μέχρι σήμερα.

--

O Marian L. Tupy είναι ο υπεύθυνος έκδοσης του HumanProgress.org και αναλυτής πολιτικής στο Center for Global Liberty and Prosperity.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 2 Μαΐου 2018 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Cato Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.