Στις ευρωεκλογές, οι ευρωσκεπτικιστές έκαναν τη δουλειά του Κρεμλίνου

Στις ευρωεκλογές, οι ευρωσκεπτικιστές έκαναν τη δουλειά του Κρεμλίνου

Των Patrik Szicherle και Stefano Gardiman

Τα τελευταία λίγα χρόνια, το Κρεμλίνο κατέβαλε μεταξύ άλλων τεράστιες προσπάθειες παραπληροφόρησης ώστε να παρέμβει στη δημοκρατική διαδικασία της Δύσης. Η Ρωσία άφησε αποδείξεις των προσπαθειών αυτών στο δημοψήφισμα για το Brexit και τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 2016. Οι ευρωεκλογές θεωρήθηκαν συνεπώς εξαρχής πιθανός στόχος για τη Ρωσία, κάτι που οι ευρωπαϊκοί θεσμοί αναγνώρισαν από πολύ νωρίς.

Το ίδιο όμως το Κρεμλίνο υπήρξε περίεργα ήσυχο κατά τις ευρωεκλογές του 2019. Αυτό συνέβη διότι το να έχεις κάποιον να κάνει εθελοντικά για σένα τη βρώμικη δουλειά είναι πολύ καλύτερο από το να εμπλακείς εσύ σε ένα ακόμη σκάνδαλο.

Τα ευρωσκεπτικιστικά κόμματα εξυπηρέτησαν το Κρεμλίνο

Το Political Capital και οι συνεργάτες του - το Ινστιτούτο Σπουδών Ασφαλείας της Πράγας, το CAPD και ο πολιτικός αναλυτής Γκριγκόρι Μεσένζικοφ - αποτίμησαν τη δραστηριότητα γνωστών τοπικών πόρταλ παραπληροφόρησης καθώς και των δύο μεγάλων αγγλόφωνων επίσημων επικοινωνιακών οργάνων του Κρεμλίνου (του RT και του Sputnik International) κατά το διάστημα μεταξύ 15 Μαρτίου και 15 Απριλίου.

Στόχος μας ήταν να δούμε πώς παρουσιάστηκε σε αυτά τα μέσα η Ρωσία και τα θέματα που σχετίζονται με αυτήν και τους θεσμούς της ΕΕ κατά την περίοδο που προηγήθηκε της επίσημης προεκλογικής εκστρατείας για τις ευρωεκλογές και κατά τις πρώτες της εβδομάδες.

Κατά την περίοδο αυτή, τα μέσα που επισήμως στηρίζονται από το Κρεμλίνο επικεντρώθηκαν κυρίως στην αποδόμηση των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, και δεν αναφέρονταν στην ΕΕ με την ίδια συχνότητα. Όταν μιλούσαν για την Ευρωπαϊκή Ένωση, σχεδόν αποκλειστικά προωθούσαν τις αφηγήσεις χειραγώγησης των ευρωσκεπτικιστών.

Τα θέματα στα οποία εστίασαν τα τοπικά πόρταλ διαφοροποιήθηκαν από χώρα σε χώρα. Τα ουγγρικά μέσα παραπληροφόρησης εστίασαν κυρίως στην ΕΕ, θέμα που είχε δευτερεύουσα μόνο σημασία στα τσεχικά μέσα που απασχόλησαν τη μελέτη.

Ανεξάρτητα από την τοποθεσία, τα αντιευρωπαϊκά μηνύματα συχνά συνδυάστηκαν με αντίστοιχα αντιδυτικά (εναντίον των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ).

Στις περιπτώσεις αυτές, η ΕΕ παρουσιάστηκε ως το μακρύ χέρι των ΗΠΑ. Οι αντιδυτικές αφηγήσεις έχουν ως στόχο να επηρεάσουν τον γενικό πολιτικό προσανατολισμό του κοινού-στόχου και συνακολούθως τις συμπεριφορές στις ευρωεκλογές: τα άρθρα εναντίον των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ προωθούσαν επίσης τις ιδέες των ευρωσκεπτικιστών.

Μολονότι η δράση του RT και του Sputnik δείχνει ξεκάθαρα ότι ο κύριος αντίπαλος για το Κρεμλίνο είναι η Ουάσινγκτον και το ΝΑΤΟ, η Ρωσία διατηρεί ως στόχο να αποδυναμώσει και να διαιρέσει την ΕΕ ώστε να αποκτήσει μεγαλύτερη επιρροή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της Ένωσης. Η ενίσχυση της φωνής της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι ο ένας πυλώνας αυτών των προσπαθειών, μολονότι η Μόσχα είναι πιθανότερο να στοχεύσει στις εθνικές εκλογές, καθώς είναι ευκολότερο να οικοδομήσει μια φιλορωσική συμμαχία, ικανή να μπλοκάρει τις αποφάσεις στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.

Ακόμη, το γεγονός ότι η ΕΕ και τα μέλη της συχνά θεωρούνται υποτελείς των ΗΠΑ είναι ακόμη ένας λόγος για να υποστηρίξει κανείς ότι η Ρωσία έχει συμφέρον να αποδυναμώσει την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.

Σε όλη την εξεταζόμενη περίοδο, οι επίσημες αφηγήσεις του Κρεμλίνου συχνά εντάχθηκαν στον τοπικό διάλογο μέσω των τοπικών φιλορωσικών κομμάτων, των εμπειρογνωμόνων, και των ενημερωτικών μέσων. Ενώ τα μέσα που - επισήμως ή ημιεπισήμως - υποστηρίζονται από το Κρεμλίνο επηρέασαν κατ' αυτό τον τρόπο τα μηνύματα των τοπικών φιλορωσικών φορέων, οι απόψεις των φορέων αυτών συνέβαλαν στη διαμόρφωση της επίσημης ρητορικής της Ρωσίας (πχ μέσω δηλώσεων που ενσωματώθηκαν σε άρθρα του Sputnik).

Συνεπώς, οι αφηγήσεις που διαδόθηκαν από τα RT/Sputnik και τα τοπικά πόρταλ έμοιαζαν σε μεγάλο βαθμο μεταξύ τους. Αυτή η σύγκλιση προκαλείται από το γεγονός ότι τόσο το Κρεμλίνο, όσο και οι ευρωσκεπτικιστές θέλουν να αποδυναμώσουν την ΕΕ - μολονότι οι τελευταίοι έχουν προς τούτο ιδεολογικούς λόγους.

Συνολικά, οι “εγχώριοι” ευρωσκεπτικιστές, οι περισσότεροι από τους οποίους πιθανόν είναι “χρήσιμοι ηλίθιοι” και οχι πράκτορες της ρωσικής επιρροής, έπαιξαν έναν πολύ πιο σημαντικό ρόλο στη διάδοση των φιλορωσικών αφηγήσεων στην ΕΕ απ' ό,τι το ίδιο το Κρεμλίνο. Ουσιαστικά έκαναν εθελοντικά τη βρώμικη δουλειά του Κρεμλίνου.

Ήταν το τέλειο σενάριο για τη Μόσχα: οι αφηγήσεις της μπόρεσαν να φτάσουν στο κοινό-στόχο της χωρίς να παρέμβει η ίδια άμεσα, και μπόρεσαν επίσης να έχουν ακόμη μεγαλύτερο αποτέλεσμα μέσω αυτών των ενδιάμεσων φορέων.

Τα ακριβή αποτελέσματα της αντιευρωπαϊκής παραπληροφόρησης που διαδόθηκε από τις ευρωσκεπτικιστικές δυνάμεις (και το Κρεμλίνο) είναι άγνωστα, αλλά είναι βέβαιο - όπως αποδεικνύουν τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών - ότι οι τοπικές κοινωνίες είναι ανοιχτές στην παραπληροφόρηση σχετικά με την ΕΕ. Αυτό πιθανόν οφείλεται σε τρεις κύριους παράγοντες.

Πρώτον, η παγκοσμιοποίηση δεν απέδωσε ίσα οφέλη σε όλους και οι πολιτικοί (και όχι μόνο οι λαϊκιστές) βρήκαν τον τέλειο αποδιοπομπαίο τράγο για τα προβλήματα αυτά: την “απόμακρη” ΕΕ, τους ανάλγητους γραφειοκράτες των Βρυξελλών και τα διατάγματά τους.

Δεύτερον, μέχρι πρόσφατα η ΕΕ απλώς ανεχόταν τις εκστρατείες παραπληροφόρησης εναντίον της.

Τρίτον, υπάρχει έλλειψη γενικών γνώσεων για την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις αρμοδιότητές και τους θεσμούς της, γεγονός που ανοίγει την πόρτα για αφηγήσεις χειραγώγησης που παρουσιάζουν την ΕΕ ως έναν ιμπεριαλιστικό φορέα που απειλεί την εθνική κυριαρχία την ώρα που στην πραγματικότητα κάνει μόνο ότι της επιτρέπουν οι συνθήκες.

Πώς να αντιδράσουμε;

Πρώτα και κύρια, η επικοινωνία έχει κομβική σημασία. Οι κύριοι φιλοευρωπαϊκοί φορείς πρέπει να προσφέρουν μια θετική αφήγηση που θα απαντά στις διαιρετικές λαϊκιστικές φωνές και θα ενώνει τις κοινωνίες.

Για να γίνει αυτό με επιτυχία, οι κύριοι φορείς πρέπει να αναγνωρίσουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Ευρωπαίοι και να προσφέρουν βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες λύσεις σ' αυτά, καθώς και να τηρήσουν τις υποσχέσεις τους. Θα πρέπει να εξηγήσουν αυτές τις λύσεις με λίγα και απλά λόγια - το να απορρίπτουν απλώς και μόνο τις πολιτικές των ευρωσκεπτικιστών ως αναποτελεσματικές δεν επαρκεί πλέον.

Δεύτερον, είναι σημαντικό οι αρμόδιοι για τη λήψη αποφάσεων να μην υπερεκτιμούν ούτε να υποεκτιμούν τη Ρωσία. Η υπερεκτίμηση της δύναμης και των δυνατοτήτων της Ρωσίας το μόνο που καταφέρνει είναι να την καθιστά πιο ελκυστική σε ένα συγκεκριμένο μέρος του ευρωπαϊκού πληθυσμού.

Έτσι, πέρα από το να επισημαίνονται οι απειλές που θέτει η Ρωσία, οι αρμόδιοι θα πρέπει επίσης να υπογραμμίζουν τις αδυναμίες της: τους χαμηλούς μισθούς, την ακραία κοινωνική ανισότητα, το πολύ χαμηλό προσδόκιμο ζωής και τα μέτρα λιτότητας του Πούτιν που υποχρεώθηκε να εφαρμόσει το Κρεμλίνο για να κρατήσει ζωντανό τον προϋπολογισμό - όπως ακριβώς έκαναν και χώρες της Ευρώπης κατά την παγκόσμια κρίση.

Τρίτον, αν μετακινηθούμε από την στρατηγική επικοινωνία στις συγκεκριμένες πολιτικές, η ΕΕ και τα κράτη-μέλη της θα πρέπει να επικεντρωθούν στην όσο γίνεται συντομότερα εφαρμογή του Προγράμματος της ΕΕ εναντίον της Παραπληροφόρησης, το οποίο απαιτεί περισσότερους πόρους και αρκετό χρόνο πριν αποδώσει ορατά αποτελέσματα.

Τέταρτον, η εκπαίδευση για τον αλφαβητισμό σε ό,τι αφορά τα μέσα και την αγωγή του πολίτη πρέπει να εφαρμοστεί στα σχολεία σε ολόκληρη την ΕΕ. Οι μαθητές πρέπει να μάθουν πώς να ελέγχουν τα δεδομένα, να διακρίνουν τα πραγματολογικά άρθρα από τα άρθρα γνώμης, και να αναγνωρίζουν τις πληρωμένες καταχωρήσεις.

Ο δεύτερος πυλώνας θα πρέπει να εστιάσει στο πώς λειτουργεί η φιλελεύθερη δημοκρατία, η νομοκρατία και η κοινωνία των πολιτών, καθώς και στη λειτουργία της ΕΕ και των διεθνών σχέσεων.

Αυτές οι προσπάθειες θα ενισχύσουν σημαντικά τη θωράκιση των κοινωνιών έναντι της παραπληροφόρησης, μολονότι θα μπορέσουν να αποδώσουν αποτελέσματα μόνο μακροπρόθεσμα.

Πέμπτον, στο πεδίο των μέσων, οι πλατφόρμες κοινωνικών μέσων πρέπει να παίξουν έναν κομβικό ρόλο στην καταπολέμηση της παραπληροφόρησης. Αυτές οι πλατφόρμες συμβάλλουν σημαντικά στη δημιουργία φουσκών πληροφόρησης, οδηγώντας στην πόλωση της κοινωνίας που διευκολύνει την παρέμβαση στις εγχώριες διαδικασίες απ' όσους χειραγωγούν την πληροφόρηση.

Η ΕΕ έχει πετύχει αποτελέσματα σ' αυτό το πεδίο συνεργαζόμενη με τις ίδιες τις πλατφόρμες, γεγονός που ώθησε το Facebook να εισαγάγει νέους κανόνες διαφήμισης για τις ευρωεκλογές. Ακόμη, το Facebook έχει ξεκινήσει να διαγράφει γνωστούς εξτρεμιστικούς λογαριασμούς και να προσαρμόζει τους αλγορίθμους του ώστε να υποβαθμίζουν το παραπληροφορητικό περιεχόμενο όσο γίνεται περισσότερο.

Άλλα κοινωνικά μέσα όμως έχουν μείνει πίσω. Αυτές οι προσπάθειες πρέπει να είναι συνεχείς και να εφαρμόζονται με συνέπεια σε όλες τις πλατφόρμες και γλώσσες - το δεύτερο είναι ιδιαίτερα σημαντικό καθώς τα φιλορωσικά μέσα τοπικής γλώσσας συμβάλλουν πάρα πολύ στη διάδοση των απόψεων του Κρεμλίνου.

Σε κάθε απόφαση που έχει ως στόχο τον περιορισμό του ακραίου περιεχομένου και του περιεχομένου χειραγώγησης στις πλατφόρμες κοινωνικών μέσων, η διαφάνεια και η λογοδοσία έχουν κομβική σημασία στο να πείσουν τους πολίτες ότι τα μέτρα δεν έχουν ως στόχο τη φίμωση των φωνών κριτικής.

Τέλος, η ΕΕ και τα ανεξάρτητα μέσα πρέπει να κάνουν περισσότερα ώστε να φέρουν τους πολίτες πιο κοντά στην ΕΕ. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί πρέπει να επικοινωνούν καλύτερα και περισσότερο με τους πολίτες.

Πέρα από τα κοινωνικά μέσα, το Euronews θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ένα σημαντικό εργαλείο σ' αυτή την κατεύθυνση: θα πρέπει να είναι διαθέσιμο σε όλα τα βασικά πακέτα τηλεόρασης στην ΕΕ σε όλες τις τοπικές γλώσσες ώστε να παρέχει στους πολίτες έγκυρη και ακριβή πληροφόρηση για τα ευρωπαϊκά ζητήματα. Η Επιτροπή μπορεί να αυξήσει την χρηματική ενίσχυση που παρέχει στο κανάλι, διασφαλίζοντας ότι οι επιδοτήσεις θα δαπανώνται με διαφάνεια.

Ακόμη, θα πρέπει να ζητηθεί από όλα τα τοπικά δημόσια μέσα να ενσωματώσουν ένα τριαντάλεπτο ημερήσιο δελτίο ευρωπαϊκών ειδήσεων στο πρόγραμμά τους, ενώ ένα ανεξάρτητο διεθνές σώμα θα πρέπει να αναλάβει τον έλεγχο της ακεραιότητας αυτών των εκπομπών.

Τέλος, τα ανεξάρτητα μέσα θα πρέπει κι αυτά να προσπαθήσουν να δώσουν μεγαλύτερη προσοχή στα ζητήματα της ΕΕ.

Συμπεράσματα

Η νίκη στον πόλεμο εναντίον της παραπληροφόρησης απαιτεί σκληρή και πιθανώς κοστοβόρα βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη προσπάθεια σε τρία πεδία: την στρατηγική επικοινωνία, τις επιμέρους πολιτικές, και τα μέσα.

Οι ηγέτες και οι θεσμοί της ΕΕ, καθώς και οι φιλοευρωπαίοι αρμόδιοι για τη λήψη αποφάσεων στα κράτη-μέλη θα πρέπει να στρέψουν τάχιστα την προσοχή τους στη βελτίωση της πληροφόρησης των πολιτών τους σχετικά με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η μεγαλύτερη πρόκληση σήμερα για την Ένωση είναι το γεγονός ότι λίγοι φαίνεται να γνωρίζουν τι ακριβώς αυτή κάνει και πώς το κάνει.

Αυτό είναι ένα πρόβλημα που το Κρεμλίνο και οι ευρωσκεπτικιστές εκμεταλλεύονται εδώ και χρόνια.

--

Ο Patrik Szicherle είναι αναλυτής στο ουγγρικό Political Capital, έναν φορέα που με την υποστήριξη του Ιδρύματος Friedrich Naumann για την Ελευθερία εξετάζει τις ρωσικές προσπάθειες εμπλοκής στις ευρωπαϊκές εκλογές στις χώρες του Visegrad. Ο Stefano Gardiman είναι μεταπτυχιακός φοιτητής διεθνών σπουδών που κάνει την πρακτική του στο Political Capital.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 7 Ιουνίου 2019 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με τη άδεια του 4Liberty.eu και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.