Η μεγάλη μείωση αναζωπυρώνει τον κίνδυνο ξεχασμένων νοσημάτων
Παιδικοί εμβολιασμοί

Η μεγάλη μείωση αναζωπυρώνει τον κίνδυνο ξεχασμένων νοσημάτων

Ηχηρή προειδοποίηση για τη μεγαλύτερη βουτιά στους εμβολιασμούς ρουτίνας παιδιών και εφήβων της τελευταίας τριακονταετίας, στέλνουν από κοινού ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και η Unicef  επισημαίνοντας πως αυτή η ανησυχητική μείωση  στην ανοσοποίηση του παιδικού πληθυσμού που προκάλεσε η πανδημία  εγκυμονεί μεγάλο κίνδυνο αναζωπύρωσης ξεχασμένων λοιμωδών νοσημάτων. Σύμφωνα με τα ευρήματα, το ποσοστό των παιδιών που έλαβε τρεις δόσεις από το εμβόλιο κατά της διφθερίτιδας, του τετάνου και του κοκκύτη  (DPT3) έπεσε κατά 5% από το 2019 στο 2021.

Συγκεκριμένα, σήμερα η εμβολιαστική κάλυψη έχει κατρακυλήσει κάτω από το 81%, όταν για να διατηρηθεί αδιάτρητο το τείχος της ανοσίας απαιτείται εμβολιαστική κάλυψη σε ποσοστό 95% και άνω! 

Αυτή η πτώση σε αριθμούς ανεμβολίαστων παιδιών μεταφράζεται σε απώλεια μίας ή περισσότερων δόσεων του εμβολίου κατά της διφθερίτιδας, του τετάνου και του κοκκύτη, για 25 εκατομμύρια παιδιά μέσα στο 2021. Ο πληθυσμός αυτός είναι κατά 2 εκατομμύρια παιδιά μεγαλύτερος από τον πληθυσμό των 23 εκατομμυρίων ανηλίκων που έχασαν την ανοσοποίησή τους μέσα στο 2020 και κατά 6 εκατομμύρια μεγαλύτερος από τα 19 εκατομμύρια ανηλίκων που έχασαν την ανοσοποίηση τους το 2019. Δηλαδή υπάρχει σταθερά αυξανόμενη τάση στη μείωση της ανοσοποίησης του παιδικού πληθυσμού.  

Η μείωση στους  παιδιατρικούς εμβολιασμούς ρουτίνας οφείλεται σε μία πληθώρα παραγόντων. Κατ' αρχάς, το ότι αυξάνεται διαρκώς ο αριθμός των παιδιών που ζουν σε ευάλωτο περιβάλλον δηλαδή σε οικογένειες που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα, όπου καταγράφεται κατάχρηση εθιστικών ουσιών. Εκεί όπου υπάρχει συγκρουσιακή ατμόσφαιρα και τσακωμοί  μεταξύ αντιεμβολιαστών και θιασωτών του εμβολιασμού, ενώ καταγράφηκαν και προβλήματα στην αλυσίδα τροφοδοσίας των εμβολίων, τα οποία έκαναν ακόμα πιο δύσκολη την πρόσβαση για πολλές οικογένειες. 

«Πρόκειται για ένα κόκκινο συναγερμό για την παιδική υγεία, γινόμαστε μάρτυρες της μεγαλύτερης πτώσης στην ανοσοποίηση των παιδιών στη διάρκεια μίας ολόκληρης γενιάς, οι συνέπειες θα είναι πάρα πολύ σοβαρές και θα καταμετρηθούν σε απώλειες ανθρώπινων ζωών» τονίζει η εκτελεστική διευθύντρια της Unicef, Catherine Rassell.

Η ίδια επισημαίνει ότι ενώ κατά τη διάρκεια του πρώτου χρόνου της πανδημίας είδαμε αυτή τη βουτιά και θεωρήσαμε ότι το φαινόμενο θα αναστραφεί, βλέπουμε τώρα ότι δεν πρόκειται να αλλάξει η  εικόνα. Η πτώση συνεχίζεται σταθερά και αυξητικά με την πανδημία του κορονοϊού να μην μπορεί πια να αποτελεί δικαιολογία. 

Είναι επιβεβλημένο  να γίνουν αναμνηστικές  (catch-up) δόσεις για να αποκατασταθεί η ανοσοποίηση των παιδιών, γιατί στην αντίθετη περίπτωση θα γίνουμε μάρτυρες πολλαπλών εξάρσεων περισσότερων του ενός λοιμωδών νοσημάτων και θα ασκηθεί ακόμα μεγαλύτερη  πίεση στα συστήματα υγείας.

Από τα 25 εκατομμύρια παιδιά παγκοσμίως που έχουν χάσει την ανοσοποίηση τους, τα 18 εκατομμύρια δεν έλαβαν ούτε μία δόση από το εμβόλιο διφθερίτιδας, τετάνου και κοκκύτη μέσα στο 2022.

Η συντριπτική πλειονότητα των παιδιών αυτών ζουν σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, με την Ινδία τη Νιγηρία, την Ινδονησία, την Αιθιοπία και τις Φιλιππίνες να είναι τα κράτη που καταγράφουν τα μεγαλύτερα ποσοστά απώλειας της ανοσοποίησης στον παιδικό πληθυσμό.

Οι χώρες στις οποίες καταγράφηκε η μεγαλύτερη αύξηση στον αριθμό των παιδιών που δεν έλαβαν ούτε μία δόση εμβολίου ρουτίνας ανάμεσα στο 2019 και το 2021 είναι η Μιανμάρ και η Μοζαμβίκη.

Θυμίζουμε στο σημείο αυτό ότι το τριπλό εμβόλιο κατά της διφθερίτιδας του τετάνου και του κοκκύτη είναι ένα από τα βασικότερα παιδιατρικά εμβόλια ρουτίνας. Ταυτόχρονα αποτελεί παγκόσμιο δείκτη για την παρακολούθηση της ανοσοποίησης του παιδικού πληθυσμού, άρα έχει ιδιαίτερα βαρύνουσα σημασία για την επιστήμη.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και η Unicef ήλπιζαν ότι μετά την μεγάλη βουτιά που καταγράφηκε στους εμβολιασμούς ρουτίνας για τα παιδιά το 2020,  η επόμενη χρονιά θα «διόρθωνε» το πρόβλημα.

Αυτό επειδή θα ήταν μία χρόνια όπου τα πράγματα θα επανέρχονταν σε φυσιολογικούς ρυθμούς και θα λειτουργούσαν σωστά τα προγράμματα ανοσοποίησης, με τα παιδιά  να λάμβαναν τις αναμνηστικές  δόσεις που απαιτούνταν.

Οι ελπίδες ωστόσο αυτές διαψεύστηκαν καθώς η κάλυψη για το τριπλό εμβόλιο (διφθερίτιδας, τετάνου και κοκκύτη) πήγε ακόμα πιο πίσω και έφτασε στο χαμηλότερο σημείο από το 2008. Την ίδια στιγμή ακολουθήθηκε και από αντίστοιχη «κατρακύλα» στην εμβολιαστική κάλυψη με άλλα βασικά παιδιατρικά εμβόλια ρουτίνας για τον παιδικό πληθυσμό με αποτέλεσμα να κατέβει σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα ο δείκτης ανοσοποίησης στα συστήματα ελέγχου του ΠΟΥ.

Ταυτόχρονα όπως επισημαίνουν οι επιστήμονες η εξασθένηση της ανοσοποίηση του παιδικού πληθυσμού συμβαίνει σε μία πολύ ιδιαίτερη χρονική συγκυρία κατά την οποία αυξάνεται με εκθετικούς ρυθμούς η επισιτιστική κρίση.

Ο πόλεμος από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει δημιουργήσει μεγάλη ενεργειακή και επισιτιστική κρίση, με συνέπεια πολλά παιδιά στις χώρες των χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων να βρίσκονται αντιμέτωπα με την επισιτιστική ανασφάλεια και την πείνα. Έχουμε δηλαδή να κάνουμε με οργανισμούς παιδιών που δεν τρέφονται σωστά, άρα είναι εξασθενημένοι, με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα και ταυτόχρονα χάνουν και απαραίτητες δόσεις εμβολίων. Σε αυτές τις συνθήκες ξεχασμένες λοιμώδεις ασθένειες μπορούν να επανακάμψουν  να γίνουν θανατηφόρες γι’ αυτά τα αθωράκιστα παιδιά.

Ο συνδυασμός της επισιτιστικής κρίσης  που προκαλεί ο πόλεμος στην Ουκρανία μαζί με το διαρκώς διογκούμενο κενό στην ανοσοποίηση του παιδικού πληθυσμού δημιουργεί μία τέλεια καταιγίδα και οδηγεί σε μία άνευ προηγουμένου κρίση επιβίωσης των παιδιών στον κόσμο, ειδικά των παιδιών που ζουν σε ευαίσθητο και ευάλωτο περιβάλλον.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας η εμβολιαστική κάλυψη μειώθηκε σε όλες τις περιφέρειες του Οργανισμού, με την Ανατολική Ασία και την περιφέρεια του Ειρηνικού να καταγράφουν την μεγαλύτερη πτώση στους παιδιατρικούς εμβολιασμούς ρουτίνας η οποία άγγιξε το 9% μέσα σε δύο χρόνια. 

Όπως αναφέρει  ο Γενικός Διευθυντής του ΠΟΥ,  δόκτωρ Tedros Adhanom Ghebreyesus, ο σχεδιασμός για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού πρέπει να συμβαδίζει με τον σχεδιασμό για την ενίσχυση των  εμβολιασμών ρουτίνας έναντι ασθενειών οι οποίες μπορούν να αποδειχθούν θανατηφόρες όπως είναι η πνευμονία, η διάρροια και ιλαρά. Στην περίπτωση αυτή δεν έχουμε να επιλέξουμε ποιο από τα δύο πρέπει να κάνουμε-οφείλουμε να κάνουμε και τα δύο.

Εξαίρεση στον κανόνα της πτώσης του δείκτη της ανοσοποίησης αποτελούν κάποιες χώρες που παρότι  ανήκουν στο λεγόμενο «τρίτο κόσμο» κατάφεραν είτε να ανατρέψουν το ποσοστό ανοσοποίησης ή να το διατηρήσουν από την έναρξη της πανδημίας σε σταθερά επίπεδα.

Έτσι για παράδειγμα, η Ουγκάντα κατάφερε να διατηρήσει υψηλά ποσοστά στους εμβολιασμούς  ρουτίνας,  πραγματοποιώντας ταυτόχρονα ένα πρόγραμμα εμβολιασμού κατά του κορονοϊού για τους ευπαθείς πληθυσμούς μέσα στους οποίους περιλαμβάνονται και όλοι όσοι εργάζονται στον τομέα της υγείας. Παρομοίως, το Πακιστάν κατάφερε να επιστρέψει στα επίπεδα της εμβολιαστικής κάλυψης προ πανδημίας, ενορχηστρώνοντας μια μεγάλη προσπάθεια, ώστε μετά την βουτιά του 2020, να χορηγηθούν οι προβλεπόμενες αναμνηστικές  δόσεις.  

Πέρα από το ξέσπασμα του ιού της ευλογιάς των πιθήκων,  η μείωση στο ποσοστό της εμβολιαστικής κάλυψης με τα εμβόλια της ρουτίνας έχουν οδηγήσει σε εξάρσεις ιλαράς και πολιομυελίτιδας τον τελευταίο χρόνο που θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί πλήρως.

Η εμβολιαστική κάλυψη για την πρώτη δόση του εμβολίου της ιλαράς έπεσε στο 81% το 2021 το οποίο επίσης αποτελεί το χαμηλότερο ποσοστό που έχει ποτέ καταγραφεί μετά το 2008. Αυτό σημαίνει ότι 24,7 εκατ. παιδιά έχασαν την πρώτη δόση του εμβολίου της ιλαράς το 2021 και ο πληθυσμός αυτός είναι κατά 5,3 εκατομμύρια παιδιά μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο πληθυσμό του 2019.

Επιπλέον, 14,7 εκατομμύρια παιδιά δεν έλαβαν ποτέ την επιβεβλημένη δεύτερη δόση του εμβολίου της ιλαράς, με συνέπεια μια επιδημική έξαρση της ιλαράς να είναι τώρα προ των πυλών.

Δυστυχώς σε σύγκριση με το 2019, άλλα 6,7 εκατομμύρια παιδιά έχασαν την τρίτη δόση του εμβολίου κατά της πολιομυελίτιδας και 3,5 εκατομμύρια παιδιά έχασαν την πρώτη δόση του εμβολίου κατά του HPV. Το εν λόγω εμβόλιο προσφέρει πολυδιάστατη προστασία καθώς προστατεύει τα κορίτσια ενάντια του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας αλλά ταυτόχρονα προστατεύει κορίτσια και αγόρια έναντι άλλων εννέα μορφών καρκίνου όπως του οισοφάγου, του λάρυγγα, του φάρυγγα και του πρωκτού. 

Προκειμένου να προλάβουμε και να ανατρέψουμε τις εξελίξεις που οδηγούν σε ένα μαζικό ξέσπασμα ξεχασμένων νοσημάτων που θα αρχίσουν αναδύονται σε διάφορα μέρη του πλανήτη,  ο ΠΟΥ και η Unicef συνεργάζονται με την Συμμαχία για τα Εμβόλια GAVI και με άλλους θεσμικούς κι επιστημονικούς εταίρους.

Σκοπός τους είναι να συντάξουν την παγκόσμια ατζέντα ανοσοποίησης του 2030 η οποία αποτελεί μία διεθνή πολιτική υγείας προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι για την πρόληψη εκείνων  των λοιμωδών νοσημάτων τα οποία μπορεί να προληφθούν με τον εμβολιασμό σε κάθε ηλικία. 

Όπως επισημαίνει ο δόκτωρ Seth Berkley, Γενικός διευθυντής της Συμμαχίας για τα Εμβόλια GAVI, είναι αποκαρδιωτικό να βλέπουμε περισσότερα παιδιά να χάνουν για 2η συνεχόμενη χρονιά την προστασία που  θα μπορούσαν να έχουν έναντι των λοιμωδών νοσημάτων, τα οποία προλαμβάνονται με τον εμβολιασμό.

Ο  απώτερος στόχος για τη Συμμαχία GAVI είναι  να ενισχυθούν τα προγράμματα παιδιατρικής ανοσοποίησης με τα εμβόλια ρουτίνας και παράλληλα να συνεχίσουν να υλοποιούν τα προγράμματα εμβολιασμού κατά του κορονοϊού, ενώ ταυτόχρονα να ενδυναμωθούν τα Συστήματα Υγείας ώστε να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικότερα και αυτή την κρίση και την επόμενη, που δεν αργεί να έρθει….

Διαβάστε Περισσότερα