Είναι ένας ριζοσπαστικός συντηρητικός λαϊκιστής, προκαλεί κύματα οργής ανάμεσα στους προοδευτικούς Αμερικανούς, ήταν διαβόητη η αντίδραση του στα μέτρα προστασίας εναντίον του κορονοϊού και κατοικοεδρεύει στη Φλόριντα. Δεν είναι ο πρώην Πρόεδρος Τραμπ αλλά ο κυβερνήτης της Πολιτείας, Ρον ντε Σάντις.
Μετά τον Τραμπ, ο Ντε Σάντις, είναι ο πιο μισητός άνθρωπος για ένα μεγάλο κομμάτι Αμερικανών, αλλά και πολύ δημοφιλής ανάμεσα σε κάποιους άλλους, που ανήκουν στη συντηρητική παράταξη. Η αντίσταση του στα ολικά lockdowns, η προάσπιση του δικαιώματος στην οπλοφορία, η συμβολική οργανωμένη μεταφορά παράνομων μεταναστών σε πλούσια προάστια Δημοκρατικών Πολιτειών, όπως η Νέα Υόρκη (προκειμένου, όπως είπε, οι προοδευτικές ελίτ να επωμιστούν τις συνέπειες των χαλαρών πολιτικής μετανάστευσης που υποστηρίζουν) και η εν γένει έντονη αντίδραση του στην κοινωνική ατζέντα των προοδευτικών ακτιβιστών (για ενεργή καταπολέμηση των φυλετικών και άλλων διακρίσεων και την αποκατάσταση αδικιών του παρελθόντος), τον έχουν καταστήσει τον άνθρωπο που θεωρείται ο επιλαχών για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων, αν για οποιονδήποτε λόγο ο Ντόναλντ Τραμπ δεν διεκδικήσει το χρίσμα.
Κάποιοι μάλιστα θεωρούν ότι θα μπορούσε να αναπτύξει δυναμική σοβαρής διεκδίκησης του ακόμη κι απέναντι στον πρώην Πρόεδρο, αν και οι δημοσκοπήσεις που έχουν γίνει τον δείχνουν μεν στη δεύτερη θέση αλλά με μεγάλη απόσταση από τον Τραμπ. Ωστόσο, θα ήταν λάθος να θεωρήσει κάποιος τον κυβερνήτη έναν κλώνο του Τραμπ. Σε επίπεδο πολιτικών, τον χαρακτηρίζει η ικανότητα να συνδυάζει εμπρηστική ρητορική με λιγότερο ακραία διακυβέρνηση και να ισορροπεί ανάμεσα στον ριζοσπαστισμό των οπαδών του Τραμπ και τον πραγματισμό των πιο παραδοσιακών Ρεπουμπλικάνων.
Παρά τη σαφή ρητορική του υπέρ των όπλων, μετά το μακελειό στο Πάρκλαντ υπέγραψε νομοθεσία που έθεσε κάποιους παραπάνω κανόνες στο ζήτημα της οπλοκατοχής. Αν και εμφανίζεται επιφυλακτικός ως προς την κλιματική αλλαγή, έχει ταυτόχρονα προωθήσει ορισμένα πρωτοπόρα προγράμματα περιβαλλοντικής προστασίας.
Η δημόσια επίθεση του εναντίον του κολοσσού της Ντίσνεϊ (του μακράν του δεύτερου μεγαλύτερου εργοδότη στην Πολιτεία του) οδήγησε στην αναίρεση του προνομιακού νομικού της καθεστώτος, αλλά αυτή η αλλαγή παραπέμφθηκε για τον Ιούνιο του 2023 και πολλοί αμφιβάλλουν αν όντως θα υλοποιηθεί.
Έχει αποφύγει να πάρει σαφή θέση ακόμη και στο ζήτημα της αμφισβήτησης της εγκυρότητας του αποτελέσματος των προεδρικών εκλογών του 2020, κάτι που πολλοί άλλοι Ρεπουμπλικάνοι αισθάνθηκαν υποχρεωμένοι να κάνουν, ενστερνιζόμενοι έτσι τη γραμμή Τραμπ περί δήθεν κλοπής. Ταυτόχρονα όμως, προέβη στην ίδρυση ειδικού τμήματος πρόληψης της εκλογικής απάτης.
Ακόμη και η στάση του ενάντια στα lockdowns και την υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών για την πανδημία, φαινόταν να βασίζεται περισσότερο σε μία υπολογισμένη εκτίμηση του πολιτικού κόστους, παρά σε άρνηση της πραγματικότητας και παρορμητισμό.
Ακόμη περισσότερο, σε επίπεδο προσωπικού προφίλ, ο Ντε Σάντις δεν είναι γόνος εκατομμυριούχων, αλλά γιος νοσοκόμας και εργατοτεχνίτη. Σε αντίθεση με τον Τραμπ, που απέφυγε τον πόλεμο στο Βιετνάμ χάρη στις διασυνδέσεις του πατέρα του, ο Ντε Σάντις υπηρέτησε στις ένοπλες δυνάμεις στο Ιράκ και παρασημοφορήθηκε. Είναι πιστός οικογενειάρχης, του οποίου η προσωπική ζωή ποτέ δεν έχει απασχολήσει την επικαιρότητα. Είναι απόφοιτος του Γειλ, της Νομικής Σχολής του Χάρβαρντ και εξαιρετικός ρήτορας που σχεδόν ποτέ δεν υποπίπτει σε λεκτικές «γκάφες». Κάθε του λέξη δημοσίως, έστω κι εμπρηστική, είναι προσεκτικά επιλεγμένη. Ακόμη και οι αντίπαλοι του δυσκολεύονται να αρνηθούν την ευφυΐα και πολιτική ικανότητα του.
Έχει καταφέρει με μαεστρία να είναι ο πλέον αγαπητός πολιτικός, μετά τον Τραμπ, στη συντηρητική κοινωνική βάση του κόμματος, αλλά ταυτόχρονα να είναι σαφώς πιο αποδεκτός σε σχέση με τον πρώην Πρόεδρο από πιο μετριοπαθείς Ρεπουμπλικάνους, ενώ η επανεκλογή του ως κυβερνήτης στις προσεχείς εκλογές, σε μια Πολιτεία παραδοσιακά αμφίρροπη όπως η Φλόριντα, θεωρείται σχεδόν βέβαιη. Αυτό οφείλεται ακριβώς στο ότι ο Ντε Σάντις ενθουσιάζει τους συντηρητικούς ψηφοφόρους, χωρίς όμως να απωθεί όπως ο Τραμπ, ορισμένους πιο μετριοπαθείς.
Ίσως, αυτό είναι που φοβίζει τους Δημοκρατικούς σχετικά με τον ανερχόμενο - αφού είναι μόλις 44 ετών- αστέρα των Ρεπουμπλικάνων. Το πιο παράδοξο είναι ότι και για ορισμένους μετριοπαθείς Ρεπουμπλικάνους, ο δρόμος για την επαναφορά του Κόμματος σε ένα πιο αποδεκτό προφίλ, χωρίς όμως να χαθεί η ακτιβιστική και πολιτική ενέργεια των μαχητικών οπαδών του Τραμπ, περνάει μέσω του Ντε Σάντις. Το μέλλον θα δείξει αν ο ωμός πολιτικός οπορτουνισμός είναι εξίσου(ή και περισσότερο) επικίνδυνος από τον ανόθευτο λαϊκίστικό ριζοσπαστισμό.
*Ο Νικόλας Νικολαΐδης είναι Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών ΕΚΠΑ, Δικηγόρος