Σε αλλαγή ισορροπιών ειδικά στη Γερουσία, ώστε να ανακτήσει πρόσβαση στην αναβάθμιση των F-16, ποντάρει η Τουρκία, με το βλέμμα στραμμένο στις ενδιάμεσες εκλογές των ΗΠΑ τον Νοέμβριο. Σε επίπεδο αριθμών, οι Δημοκρατικοί ελέγχουν τις μισές από τις 100 έδρες και βασίζονται στην καθοριστική ψήφο της αντιπροέδρου Χαρις. Ο ρόλος του Μεχμέτ Οζ και τα ελληνικά συμφέροντα.
Η Τουρκία του Ερντογάν εδώ και αρκετά χρόνια, και σίγουρα μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, ακροβατεί μεταξύ Ανατολής και Δύσης, σε μια προσπάθεια να αναδειχθεί σε περιφερειακή υπερδύναμη και ηγέτιδα του ισλαμικού κόσμου, παραμένοντας ταυτόχρονα στον πυρήνα της Δυτικής Συμμαχίας.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία ανέδειξε απολύτως αυτό το δισυπόστατο χαρακτήρα της, με την γείτονα χώρα να υποστηρίζει την εδαφική ακεραιότητα της χώρας και να την εξοπλίζει με drones, αλλά ταυτόχρονα να διατηρεί φιλικότατες σχέσεις με τη Ρωσία, αρνούμενη να συνταχθεί με τις κυρώσεις της Δύσης εναντίον της.
Για σημαντικά κέντρα αποφάσεων στις ΗΠΑ, αυτή η στάση είναι η σταγόνα που έχει ξεχειλίσει ένα ποτήρι που καιρό τώρα γεμίζει με οργή εναντίον του καθεστώτος Ερντογάν. Ήδη από την εποχή της Προεδρίας Τραμπ, η κράτηση του Πάστορα Μπράνσον αρχικά και η αγορά του οπλικού συστήματος των S-400 στη συνέχεια, είχαν οδηγήσει στην επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία καθώς και στον αποκλεισμό τους από κρίσιμα εξοπλιστικά προγράμματα όπως τα αεροσκάφη F-35.
(Σε αυτήν την εικόνα που παρέχεται από την Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ, ένα αεροσκάφος F-35 Lightning II αναχωρεί αφού έχει λάβει καύσιμα πάνω από την Πολωνία, AP)
Ωστόσο, αν και το κλίμα στο Κογκρέσο ήταν ήδη βαρύ, μεταξύ Τραμπ και Ερντογάν φαίνεται να είχε αναπτυχθεί μία φιλική προσωπική σχέση αλληλοεκτίμησης, με τον Τούρκο Πρόεδρο να έχει απευθείας γραμμή με τον Αμερικανό ομόλογο του. Αυτό δεν απέτρεψε την όξυνση των σχέσεων και την σκλήρυνση της στάσης των ΗΠΑ, υπό την πίεση και του ελεγχόμενου από τους Δημοκρατικούς από το 2019, Κογκρέσου. Ωστόσο, η φιλική διάθεση του τότε Προέδρου των ΗΠΑ προς τον Τούρκο ομόλογο του δεν ήταν κάτι άνευ σημασίας. Το πιο σημαντικό κέρδος του Ερντογάν από τη σχέση αυτή ήταν η μη αντίδραση των ΗΠΑ στην εισβολή στη Βόρεια Συρία και ο διωγμός των Κούρδων από τις περιοχές αυτές.
Η ανάληψη καθηκόντων από τον Τζο Μπάιντεν προοιώνιζε το τέλος αυτής της κατανόησης του Λευκού Οίκου και ακόμη μεγαλύτερη ένταση στη σχέση Τουρκίας-ΗΠΑ. Εξάλλου ο νυν Πρόεδρος, πολύ λιγότερο αντισυμβατικός από τον προκάτοχο του και με πολυετή εμπειρία στην εξωτερική πολιτική, είχε εκφραστεί πολύ αρνητικά για τον Ερντογάν, ο οποίος με τη σειρά του θρυλείται πως τον θεωρεί συνυπεύθυνο για το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016. Στα δύο πρώτα χρόνια της Προεδρίας Μπάιντεν, οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις δεν έχουν βελτιωθεί καθόλου, ούτε όμως έχουν χαρακτηριστεί από ιδιαιτέρως αυξημένη ένταση ανάμεσα στο Λευκό Οίκο και την Άγκυρα.
(Ο Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν συναντά τον Πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατά τη διάρκεια της συνόδου του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη, Τετάρτη 29 Ιουνίου 2022, AP)
Αντίθετα, η στάση του Κογκρέσου, όπου καθοριστικό ρόλο παίζει ο γνωστός φίλος της Ελλάδας, Γερουσιαστής Ρόμπερτ Μένεντεζ, Πρόεδρος της ισχυρής Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας, έχει σκληρύνει έτι περαιτέρω. Ουσιαστικά το Κογκρέσο, πέραν των προαναφερόμενων κυρώσεων, έχει παγώσει κάθε προσπάθεια της Τουρκίας να ανακτήσει την πρόσβαση της σε αμερικανικά οπλικά συστήματα, ακόμη και στην αναβάθμιση των F-16, κάτι πρωτοφανές για ΝΑΤΟοικό σύμμαχο των ΗΠΑ. Επιπλέον, εκκρεμούν νομοθετικές πρωτοβουλίες που θα θέσουν αυστηρούς όρους ως προς τη χρήση αμερικανικών όπλων από την Τουρκία, ιδιαιτέρως έναντι της Ελλάδας.
Είναι, λοιπόν, λογικό, η Τουρκία να επιθυμεί την αλλαγή των ισορροπιών στο Κογκρέσο και ειδικά στη Γερουσία, ευελπιστώντας έτσι σε μία μεταβολή τούτης της δυσάρεστης για αυτήν κατάστασης. Αυτό είναι πολύ πιθανό να συμβεί μετά τις Ενδιάμεσες Εκλογές τον επόμενο μήνα.
Με τους Δημοκρατικούς να ελέγχουν ακριβώς τις μισές από τις 100 έδρες και να βασίζονται στην καθοριστική ψήφο της Αντιπροέδρου Χάρις για τον έλεγχο του Σώματος, αρκεί οι Ρεπουμπλικάνοι να διατηρήσουν όλες τις δικές τους έδρες και να κερδίσουν μία εκ των Δημοκρατικών εδρών, πιθανότατα σε μία εκ των Γεωργία και Νεβάδα, για να ανακτήσουν τον έλεγχο.
Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ο Γερουσιαστής Μενέντεζ θα χάσει την Προεδρία της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και το έργο της Τουρκίας να αντισταθμίσει τις προσπάθειες του ελληνοαμερικανικού λόμπι και να προωθήσει τις θέσεις της θα γίνει πιο εύκολο. Ταυτόχρονα, με διαιρεμένη κυβέρνηση στις ΗΠΑ, ένα Ρεπουμπλικανικό Κογκρέσο και έναν Δημοκρατικό Πρόεδρο, η υπερδύναμη θα είναι ακόμη πιο εσωστρεφής, αφήνοντας πιθανόν περισσότερο χώρο για τις επιδιώξεις του Ερντογάν στην Ανατολική Μεσόγειο.
Ο έλεγχος της Γερουσίας φαίνεται ότι θα κριθεί σε τρεις Πολιτείες, δηλαδή τις δύο που αναφέρθηκαν παραπάνω καθώς και την Πενσυλβάνια, όπου ο νυν Ρεπουμπλικάνος Γερουσιαστής δεν θα επιδιώξει την επανεκλογή του και αντιμέτωποι είναι ο Δημοκρατικός Τζον Φέτερμαν και ο Ρεπουμπλικανός Δρ. Μεχμετ Οζ.
(Ο Δρ Μεχμέτ Οζ σε εκστρατεία του στην Πενσιλβάνια, AP)
Αυτή η αναμέτρηση, πέραν της κρισιμότητας της για τον έλεγχο του Σώματος, έχει και μία άλλη ιδιαίτερη πτυχή. Ο Δρ. Οζ, πασίγνωστη τηλεοπτική φιγούρα που κέρδισε το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών με την στήριξη του Τραμπ, δεν είναι απλώς τουρκικής καταγωγής αλλά διατηρεί και την ιθαγένεια, ενώ έχει υπηρετήσει στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις και πρόσφατα απέφυγε να τοποθετηθεί επί της γενοκτονίας των Αρμενίων. Ασχέτως του ελέγχου της Γερουσίας, θεωρείται βέβαιο ότι τυχόν εκλογή του θα προσφέρει στον Ερντογάν έναν σταθερό και ισχυρό σύμμαχο και πιθανό αντίβαρο στον Γερουσιαστή Μενέντεζ.
Ο Φέτερμαν θεωρείτο μέχρι πρόσφατα φαβορί αλλά ένα σοβαρό εγκεφαλικό που υπέστη αμέσως μόλις κέρδισε το χρίσμα πριν λίγους μήνες, έχει προκαλέσει σοβαρές ανησυχίες για την υγεία του, ενώ είναι αντιμέτωπος με μπαραζ αρνητικών διαφημίσεων που του καταλογίζουν πως έχει χαλαρή στάση έναντι της εγκληματικότητας. Το αποτέλεσμα είναι οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις να δείχνουν πως οδηγούμαστε σε οριακή μάχη σε μια Πολιτεία συνηθισμένη σε τέτοιες καταστάσεις.
Για τα ελληνικά συμφέροντα, θα ήταν καλό ο Δρ. Οζ να μην καταφέρει να εκλεγεί Γερουσιαστής, ενώ θα ήταν ακόμη καλύτερο ο Ρόμπερτ Μενέντεζ να παραμείνει στη θέση του Προέδρου της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, κάτι που φυσικά προϋποθέτει διατήρηση του ελέγχου της Γερουσίας από τους Δημοκρατικούς. Είναι βέβαιο ότι ο Τούρκος Πρόεδρος θα εύχεται τα ακριβώς αντίθετα.
*Νικόλας Νικολαϊδης, Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών ΕΚΠΑ, Δικηγόρος