Ενάμιση μήνα πριν ανοίξει η κάλπη των προεδρικών και βουλευτικών εκλογών που θα σφραγίσει την πορεία της Τουρκίας, αλλά και -σημαντικότερο ίσως για την Ελλάδα και τους δυτικούς συμμάχους της- τη μελλοντική κατεύθυνση της εξωτερικής της πολιτικής, οι δημοσκοπήσεις είναι κάθε άλλο παρά ευοίωνες για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, «δίνοντας» στον κεμαλιστή υποψήφιο της αντιπολιτευόμενης Συμμαχίας των «Έξι», Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, πιθανότητες επικράτησης από τον πρώτο κιόλας εκλογικό γύρο.
Αν και τίποτα δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο, η τρέχουσα δημοσκοπική εικόνα θέλει να γράφονται οι τίτλοι τέλους της 20ετούς και πλέον κυριαρχίας του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με νίκη του επικεφαλής του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ο οποίος έχει πλέον εξασφαλίσει και την καθοριστική στήριξη του Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών (HDP).
Το HDP αποτελεί ρυθμιστικό παράγοντα της κάλπης, έχοντας ήδη αποδείξει τη δύναμή του από το 2019 όταν μέσω σύμπραξης με την αντιπολίτευση στέρησε από το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑKP) τους δήμους της Κωνσταντινούπολης και της Άγκυρας με την εκλογή των Εκρέμ Ιμάμογλου και Μανσούρ Γιαβάς, αντίστοιχα.
Ιμάμογλου και Γιαβάς, ιδιαίτερα δημοφιλείς αμφότεροι, βρίσκονται κατά την προεκλογική εκστρατεία σταθερά στο πλευρό του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ο οποίος και διαμηνύει πως όλοι μαζί «θα φέρουν την άνοιξη» στην Τουρκία. Ο κεμαλιστής Κιλιτσντάρογλου έχει ήδη αναγγείλει πως εφόσον επικρατήσει η Συμμαχία του Έθνους, οι δήμαρχοι Κωνσταντινούπολης και Άγκυρας θα αναλάβουν αντιπρόεδροι μαζί με τους πέντε ηγέτες των κομμάτων που απαρτίζουν τον εξακομματικό συνασπισμό.
Οι «Έξι» της αντιπολίτευσης είναι οι Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), Μεράλ Ακσενέρ του Καλού Κόμματος (İYİ), Τεμέλ Καραμολάογλου του Κόμματος Ευδαιμονίας (Saadet), Αλί Μπαμπατζάν του Κόμματος Δημοκρατίας και Προόδου (DEVA), Αχμέτ Νταβούτογλου του Κόμματος του Μέλλοντος (Gelecek) και Γκιουλτεκίν Ουισάλ του Δημοκρατικού Κόμματος (DP). Η στήριξη του HDP, το οποίο δεν «κατεβάζει» στην αναμέτρηση δικό του υποψήφιο, είναι άτυπη, δεδομένου ότι θα ήταν αδύνατη η συνύπαρξη υπό την ίδια σκέπη με τους εθνικιστές της Ακσενέρ.
Ο ετερόκλητος συνασπισμός «μάχεται» την κυβερνώσα Λαϊκή Συμμαχία που συγκροτούν ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο αρχηγός του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης (MHP), Ντεβλέτ Μπαχτσελί, την οποία επίσης υποστηρίζουν το Κόμμα Νέας Ευημερίας (YPR) του Φατίχ Ερμπακάν, γιου του πρώην πρωθυπουργού Νετζμετίν Ερμπακάν, το Εθνικιστικό Κόμμα Μεγάλης Ενότητας (BBP) του Μουσταφά Νεσιτζί και το Κόμμα Ελεύθερου Αγώνα (Huda Par) του Ζεκερίγια Γιαπιτζιόγλου, όλες παρατάξεις με ακραίες εθνικιστικές ή/και ισλαμιστικές αναφορές.
Οι υποψήφιοι πρόεδροι, βάσει των τελικών ανακοινώσεων της Ανώτατης Εκλογικής Επιτροπής, είναι τέσσερις: Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ο αρχηγός του Κόμματος Πατρίδας Μουχαρέμ Ιντζέ, καθώς και ο εθνικιστής Σινάν Ογκάν. Όσον αφορά στον Μουχαρέμ Ιντζέ, ο οποίος είχε σταθεί αντίπαλος του Ερντογάν και στην προεδρική κάλπη του 2018, η υποψηφιότητά του δύναται να αποβεί επιζήμια για τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου και τις πιθανότητες νίκης από τον πρώτο γύρο, καθώς αντλεί ψήφους από τη «δεξαμενή» του CHP. Ο Γένιντεν Ρεφάχ του Κόμματος Νέας Ευημερίας έχει αποσύρει την υποψηφιότητά του και η παράταξη εντάχθηκε στο συνασπισμό Ερντογάν.
Στο «μέτωπο» των δημοσκοπήσεων, η πλέον πρόσφατη εκτίμηση του επικεφαλής της εταιρείας ερευνών ANAR, Ιμπραχίμ Ουσλού, θέλει τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου να βρίσκεται σε τροχιά νίκης έναντι του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ίσως και από τον πρώτη Κυριακή. Στη μέτρηση της εταιρείας, το ποσοστό Ερντογάν κυμαίνεται στο 40-42% χωρίς να έχει πιθανότητα επικράτησης από τον πρώτο γύρο· το ποσοστό Κιλιτσντάρογλου είναι ελαφρώς άνω του 50%, γεγονός που σημαίνει ότι εκείνος έχει τη πιθανότητα νίκης την 14η Μαΐου, αν και παραμένουν οι διακυμάνσεις, ούτε και συγκεντρώνει ένα ποσοστό 55% ή 55% που σαφώς θα έδινε μία πιο καθαρή εικόνα.
Ο «παράγοντας» Ιντζέ θα μπορούσε να οδηγήσει τις εκλογές σε δεύτερο γύρο εάν συγκεντρώσει άνω του 5%, εκτιμά από πλευράς του ο Οζέρ Σεντζάρ, διευθυντής του ινστιτούτου Metropoll. Την παρούσα στιγμή το ποσοστό του προερχόμενου από τις τάξεις του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος πολιτικού (έφυγε συγκρουόμενος και δεν επανήλθε προεκλογικά παρά την παρότρυνση Κιλιτσντάρογλου) κυμαίνεται στο 3%-3,5%, γεγονός που ευνοεί τον Ταγίπ Ερντογάν -εάν δε το ποσοστό ανέβει, θα τον ευνοήσει πολύ περισσότερο. H μοναδική μέχρι στιγμής δημοσκόπηση (της εταιρείας Optimar) που έχει «δώσει» προβάδισμα στον Ερντογάν -με ποσοστό 47,4% έναντι 45,3% του Κιλιτσντάρογλου- έχει εμφανίσει τον Μουχαρέμ Ιντζέ να συγκεντρώνει ποσοστό 6,5%.
Ο Ερντογάν έχει επικρατήσει έως σήμερα σε κάθε εκλογική αναμέτρηση της πολιτικής του σταδιοδρομίας· έχει διατελέσει τρεις φορές πρωθυπουργός από το 2003 και στην κάλπη της 14ης Μαΐου διεκδικεί τρίτη συναπτή προεδρική θητεία. Είναι το μεγαλύτερο στοίχημα της πορείας του, και ο ίδιος ούτε θέλει, ούτε ξέρει να χάνει. Υπό αυτό το πρίσμα, θεωρείται ότι θα κινητοποιήσει όλες τις δυνατότητές του στην κάλπη του Μαΐου.
Από την αντιπολίτευση εκφράζονται φόβοι ότι η κυβέρνηση έχει, μεταξύ άλλων, τη «δυνατότητα» να νοθεύσει το αποτέλεσμα σε τοπικό επίπεδο σε αρκετά εκλογικά κέντρα, όπου δεν θα υπάρχει επαρκής έλεγχος από αντιπροσώπους της ίδιας.
Ιδιαίτερη σημασία στην εκλογική διαδικασία έχει το πρακτικό της καταμέτρησης που συντάσσεται σε κάθε εκλογικό τμήμα, το οποίο αποτελεί και το πιστοποιημένο τελικό εκλογικό αποτέλεσμα σε αυτό. Στις μεγάλες πόλεις, και κυρίως στα δυτικά της χώρας, το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα έχει αρκετά στελέχη, μέλη και νομικούς έτσι ώστε να μπορεί να εκπροσωπείται σχεδόν στο σύνολο των εκλογικών τμημάτων και τα οποία να είναι παρόντα κατά τη σύνταξη του πρακτικού. Προς τις ανατολικές και νότιες επαρχίες, όμως, η παρουσία του αποδυναμώνεται και εκεί το έργο του ελέγχου μπορεί να αναλάβουν μέλη του HDP, το οποίο έχει δικαίωμα να έχει παρουσία στα εκλογικά κέντρα ως το τρίτο σε δύναμη κοινοβουλευτικό κόμμα.
Όπου όμως δεν υπάρχουν κομματικοί εκλογικοί αντιπρόσωποι, το έργο να εγγυηθούν το αδιάβλητο των εκλογών αναλαμβάνουν οι δυνάμεις ασφαλείας, δηλαδή Αστυνομία και Χωροφυλακή, που ελέγχονται από την κυβέρνηση και αυτές παραλαμβάνουν το πρακτικό της καταμέτρησης των ψήφων. Αυτός ήταν, άλλωστε, ο λόγος που κατά την πρόσφατη συνάντηση του Κιλιτσντάρογλου με την ηγεσία του HDP ετέθη από την πλευρά του δεύτερου το θέμα της ασφάλειας των εκλογικών τμημάτων και έπεσε στο «τραπέζι» η πρόταση το κάθε κόμμα να αναλάβει τον έλεγχο της καταμέτρησης όπου έχει παρουσία το ένα και δεν έχει παρουσία το άλλο.
Το ζήτημα γίνεται ακόμη πιο περίπλοκο, εν όψει της απολογίας του HDP ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου, στις 11 Απριλίου, όπου διεξάγεται η δίκη για απαγόρευση της λειτουργίας του κόμματος. Εάν το κορυφαίο δικαστήριο της Τουρκίας αποφασίσει την απαγόρευση του και μαζί την αφαίρεση των πολιτικών δικαιωμάτων 451 στελεχών του, τότε η ηγεσία του HDP έχει ήδη καταστρώσει σχέδιο για κάθοδο υποψηφίων στις εκλογές με νέο κόμμα, το οποίο όμως, καθώς δεν εκπροσωπείται ήδη στην Εθνοσυνέλευση, δεν θα έχει δικαίωμα να τοποθετεί αντιπροσώπους του στα εκλογικά τμήματα και άρα θα υπάρχουν κάλπες που δεν θα ελέγχονται ούτε από το CHP, ούτε από το HDP.
Μαζί με το ενδεχόμενο αυτό, θα πρέπει να ληφθεί υπ' όψη και το γεγονός της καταστροφής των βασικών υποδομών στις σεισμόπληκτες περιοχές της νότιας και νοτιοανατολικής Τουρκίας όπου κατοικούν περίπου 15 εκατομμύρια πολίτες, το 17% του πληθυσμού της χώρας, και άρα αντικειμενικά η εκλογική διαδικασία θα διεξαχθεί υπό «ιδιάζουσες» συνθήκες.