Χθες η Γαλλία, δια του προέδρου Μακρόν, ανακοίνωσε σκληρό lockdown για τον επόμενο μήνα. Την ίδια στιγμή στην Ελλάδα, ενώ τα ρεκόρ διασωληνώσεων διαδέχονται το ένα το άλλο, συζητάμε για χαλάρωση των μέτρων. Μπορεί να ακούγεται παράδοξο όμως είναι απολύτως φυσιολογικό.
Πριν από περίπου έναν χρόνο, στα τέλη Απριλίου του 2020, η στήλη έγραφε τα ακόλουθα: “Για μια ακόμη φορά καταδείχθηκε αυτό το διάστημα πως τα κράτη μπορούν αν θέλουν να κλείσουν τις οικονομίες τους - ή έστω να τις περιορίσουν δραματικά. Αυτό όμως είναι σχετικά εύκολο. Απαιτούνται απλώς κάποια διατάγματα, τα οποία βεβαίως αποδίδουν αποτελεσματικότερα όταν οι πολίτες συμμερίζονται την ύπαρξη μιας συνθήκης έκτακτης ανάγκης που δικαιολογεί την έκδοσή τους.
Όμως η οικονομία δεν θα ξεκινήσει ξανά απλώς και μόνο επειδή θα το διατάξουν οι διάφορες κυβερνήσεις. Θα ξεκινήσει μόνο όταν εμείς, τα υποκείμενα οικονομικής δράσης, οι παραγωγοί και οι καταναλωτές αποφασίσουμε ότι είμαστε ξανά επαρκώς ασφαλείς ώστε να ξαναπιάσουμε δουλειά με τους προ πανδημίας όρους. Όχι νωρίτερα.”
Ενώ δεν συνηθίζω τις προβλέψεις, νομίζω ότι αυτή έναν χρόνο μετά τα πήγε καλά. Και αυτό δεν οφείλεται στη διορατικότητά μου αλλά στις φιλελεύθερες αρχές που επηρεάζουν τη σκέψη μου. Οι πολίτες θέλουν να ζουν επί το πλείστον ελεύθεροι. Μπορεί να ανεχθούν περιορισμούς στην ελευθερία τους για έναν πολύ σοβαρό σκοπό ή στόχο αλλά μόνο για λίγο καιρό. Μετά από λίγο αρχίζουν και πάλι να αναζητούν την ελευθερία τους. Και αυτό ακριβώς είναι που συμβαίνει στη χώρα μας.
Ο κόσμος κουράστηκε από τα σκληρά lockdown και ασχέτως του αν η χαλάρωση είναι ή δεν είναι ενδεδειγμένη στη θεωρία, στην πράξη είναι μονόδρομος. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι κάποιος μπορεί να αγνοεί την πραγματικότητα όμως ποτέ δεν μπορεί να αποφύγει τις συνέπειες του να αγνοεί την πραγματικότητα.
Η ώρα του απολογισμού για τις πολιτικές επιλογές που ελήφθησαν καθόλη τη διάρκεια της διαχείρισης της πανδημίας είναι ακόμα μακριά. Οποιοσδήποτε και αν ισχυριστεί ότι είναι βέβαιος πως η κυβέρνηση τα έκανε όλα τέλεια ή όλα λάθος, είναι βέβαιο πως δεν έχει ούτε όλα τα στοιχεία για να κάνει μια τέτοιου είδους κρίση ούτε έχουμε φτάσει ακόμα στο τέλος αυτής ιστορίας ώστε να κάνουμε απολογισμούς.
Αυτό που σήμερα μας ενδιαφέρει είναι η κυβέρνηση να λειτουργεί όσο πιο αξιόπιστα και θαρραλέα γίνεται. Η αξιοπιστία είναι το απαραίτητο συστατικό για τη μεγαλύτερη δυνατή τήρηση των μέτρων. Κάθε πλήγμα που δέχεται η αξιοπιστία της κυβέρνησης, στην οποία έχουμε εναποθέσει τη διαχείριση αυτής της κρίσης, μπορεί ενδεχομένως να μεταφραστεί σε περισσότερα κρούσματα. Κάθε φορά που ισχυροποιείται η αξιοπιστία της, σώζονται περισσότερες ζωές.
Από την άλλη πλευρά χρειάζεται θάρρος γιατί στην τελική ανάλυση οι αποφάσεις που λαμβάνονται δεν είναι ούτε ιατρικές, ούτε επιστημονικές. Κάθε μέτρο, κάθε περιορισμός και η επακόλουθη άρση του, είναι πολιτική απόφαση που μέσα της περιλαμβάνει και τις γνώμες των ειδικών. Και ως τέτοια επηρεάζεται και από άλλους παράγοντες που έχουν πολλά και διαφορετικά κίνητρα. Επομένως, το θάρρος που απαιτεί η συγκεκριμένη χρονική συγκυρία έχει να κάνει με την πολιτική απόφαση να στεναχωρεί η κυβέρνηση παράγοντες που διαφωνούν με τα μέτρα που λαμβάνονται προκειμένου να προστατέψει τη δημόσια υγεία, που είναι και κατά τη γνώμη μου ευρύτερα αποδεκτός στόχος της πολιτείας σήμερα.