Ποιον αφορά ο πανηγυρικός της Ακαδημίας;
Κεντρική φωτ.: Γιάννης Τσαρούχης, «Κάτω αι ιδέαι» ή «Ο Εσταυρωμένος Ιεράρχης» (1947)
Κεντρική φωτ.: Γιάννης Τσαρούχης, «Κάτω αι ιδέαι» ή «Ο Εσταυρωμένος Ιεράρχης» (1947)

Ποιον αφορά ο πανηγυρικός της Ακαδημίας;

Παραμονές του ΟΧΙ, η Ακαδημία Αθηνών ντύθηκε με τα χρώματα του Γιάννη Τσαρούχη. Την ομιλία της πανηγυρικής συνεδρίας στην Αίθουσα Τελετών (26/10) πραγματοποίησε ο ζωγράφος κι ακαδημαϊκός Αλέκος Λεβίδης με τίτλο «Μια απίστευτη ειρωνεία γεμάτη πειθώ: Διαβάζοντας το έργο και τη σκέψη του Γιάννη Τσαρούχη για το αλβανικό μέτωπο, την κατοχή και τον εμφύλιο».

Ήδη, από τον τίτλο του θέματος, ο αναγνώστης καταλαβαίνει ότι ο ομιλητής δεν αντιμετωπίζει το θέμα και τα ιστορικά πρόσωπα με την ψυχρότητα που απαιτεί η ακαδημαϊκή εργασία. Κι όποιος γνωρίζει την πορεία του ζωγράφου στα Γράμματα, καταλαβαίνει επίσης, ότι η ομιλία του δεν υπήρξε με κανέναν τρόπο προϊόν νοσταλγίας. Ο Λεβίδης ιχνηλάτησε την πορεία του ζωγράφου μια ταραγμένη περίοδο της ελληνικής ιστορίας κι απέδωσε το πολιτικό τοπίο μέσα στο οποίο γεννήθηκε το τσαρουχικό έργο στέρεα και πειστικά.

Το έκανε στα αλβανικά βουνά, όταν ο Τσαρούχης υπηρετούσε στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Παρότι στρατιώτης, δεν σταμάτησε ούτε τότε να ζωγραφίζει. Το πιο διάσημο αν και άφαντο σήμερα έργο της περιόδου, είναι η «Παναγία της Νίκης» ζωγραφισμένη επάνω σε καπάκι από κιβώτιο, με πρότυπο μια κακοζωγραφισμένη εικόνα που κυκλοφορούσε σε δελτάρια.

«Το ταπεινό μου έργο, που δεν είχε στεγνώσει ακόμα, είχε αποκτήσει φήμη θαυματουργής εικόνας» θα πει αργότερα ο ίδιος, και, για του λόγου το αληθές, σώζει στο κάτω μέρος τα θαύματά της: «Αριστερά τον ανθυπασπιστή που πάει να πυροβολήσει την Παναγία και δεξιά τους στρατιώτες που πάνε να χτίσουν το μύλο για να τον κάνουνε εκκλησία». Οι σχετικές αναφορές με την αφήγηση του Τσαρούχη βρίθουν στο διαδίκτυο, ενώ πρόσφατα γυρίστηκε ντοκιμαντέρ με τον τίτλο της εικόνας. 

Ο Γιάννης Τσαρούχης με την εικόνα «Παναγία της Νίκης» την οποία αγιογράφησε στο Αλβανικό Μέτωπο

Ο Λεβίδης το έκανε, κυρίως, μέσα από ένα έργο, κυριολεκτικά βουτηγμένο σε μια «ειρωνεία γεμάτη πειθώ». Πρόκειται για ακουαρέλα του 1947, ένα «πολιτικό μανιφέστο» του Τσαρούχη, όπως ωραία χαρακτήρισε ο ομιλητής με τίτλο «Κάτω αι ιδέαι ή Ο εσταυρωμένος ιεράρχης». Έχει νόημα η περιγραφή του ζωγράφου γι’ αυτό και μεταφέρω τον λόγο του όπως ακούστηκε στην Ακαδημία:

«Η ουσία της Τσαρουχικής στάσης καταγράφεται ακέραια και ολοκληρωμένα σε μια μικρή ακουαρέλα… Απεικονίζεται η σταύρωση ενός κληρικού σε μια σύνθεση που αποτελεί ανάπλαση της Χριστιανικής Σταύρωσης: Στη θέση του Χριστού ένας ιερωμένος και αριστερά, στη θέση της Παναγίας, μια λιπόθυμη μαυροφορεμένη γυναίκα που την υποβαστάζει ένας άνδρας της ΕΣΑ με πένθιμο περιβραχιόνιο (οι γκέτες που φοράει είναι χαρακτηριστικές του συγκεκριμένου σώματος).

Δεξιά, ένας οπλοφόρος φρουρός που προφανώς ανήκει στον Δημοκρατικό Στρατό. Τρεις άγγελοι παραστέκονται και δύο επιφαινόμενες γυναικείες μορφές ωσάν πενθούσες Νίκες στεφανώνουν τους αντίπαλους πολεμιστές και τους απευθύνουν ''Ζήτω''. 

»Οι σημαίες των συμμαχικών δυνάμεων είναι στερεωμένες στην κορυφή του σταυρού με τη σειρά: ελληνική, ρωσική, αγγλική, αμερικανική και, βέβαια, κινεζική! Ενώ χάμω βρίσκονται πεταμένες οι σημαίες του γερμανικού και του ιταλικού φασισμού. Η ακουαρέλα πλαισιώνεται με σχόλια του Τσαρούχη γραμμένα με μολύβι στα περιθώρια.

»Πάνω δεξιά γράφει: Έλληνες εις τας προσφιλείς των Και συνήθεις απασχολήσεις 1947. Κάτω αριστερά σημειώνει: Μερικές σκηνές από την τελειωτική νίκη των συμμάχων Για την πτώσιν του ναζισμού. Κάτω δεξιά γράφει: Κάτω αι ιδέαι Το θέαμα είναι πράγματι μεγαλοπρεπές Αλλά μπορούσαμε να το απολαύσωμεν ολόιδιο Αν όχι λαμπρότερο και χωρίς το ΟΧΙ.

«Κάτω αι ιδέαι ή ο Εσταυρωμένος ιεράρχης» (1947) @Γιάννης Δρίβας

»Είναι προφανές ότι τα σχόλια αυτά αποτελούν ένα πολιτικό μανιφέστο πολύ οργισμένο, πολύ πικρό, που προσπαθεί να κρυφτεί πίσω από το διάτρητο παραπέτασμα της ειρωνείας: Οι ''προσφιλείς απασχολήσεις των Ελλήνων'' είναι οι εσωτερικές έριδες, οι εμφύλιοι, η αλληλοσφαγή. Η ''τελειωτική νίκη των συμμάχων'' συνίσταται στην εξασφάλιση των ζωνών επιρροής του δυτικού και ανατολικού μπλοκ που επιτυγχάνεται μέσα από τη ''σταύρωση'' της Ελλάδας. Με το ''μεγαλοπρεπές θέαμα'' που θα «μπορούσαμε να απολαύσωμεν λαμπρότερο και χωρίς το ΟΧΙ ο Τσαρούχης εννοεί ότι το θλιβερό θέαμα της αλληλοσφαγής ακυρώνει τον αλληλέγγυο ενθουσιασμό της εποποιίας του ’40 (το ΟΧΙ) και καθιστά μάταιες τις θυσίες του πολέμου και της κατοχής. Και, τέλος, ''Κάτω αι ιδέαι'', δηλαδή κάτω οι ιδεολογίες που διαιρούν και φανατίζουν τους ανθρώπους οδηγώντας τους στη βία και εν τέλει στην αλληλοσφαγή». 

Με τα λόγια του Αλέκου Λεβίδη, μπορούμε άραγε να φανταστούμε την ατμόσφαιρα του εμφυλίου στις μέρες μας; Αν σε πείσμα του συβαριτισμού μπορούμε, τότε θα καταλάβουμε τι σήμαινε το έργο για τον Τσαρούχη. Το γύρισμα του πολέμου στον εμφύλιο τον πονά∙ αισθάνεται αυτός ο ίδιος, ένα με αυτή τη γενιά, τη χαμένη μέσα στον αλληλοσκοτωμό, με ένα όπλο στα χέρια κι έναν κόμπο στο λαιμό. Είναι κι αυτή η Σταύρωση έργο θρησκευτικό, μια πικρή «Νίκη της Πατρίδας». 

O Αλέκος Λεβίδης στην Αίθουσα Τελετών της Ακαδημίας

Το κριτικό πνεύμα του Τσαρούχη μπορεί να έβαζε στο ίδιο σακί τον Τσώρτσιλ και τους Αμερικανούς με τον Στάλιν, αλλά ο ίδιος επέλεξε μεταπολεμικά τον ελεύθερο κόσμο και το Παρίσι, όχι κάποια πρωτεύουσα πίσω από το σιδηρούν παραπέτασμα. Σε παλιότερο σημείωμα με τίτλο Μάης του ’68: Ο Γιάννης Τσαρούχης με τα λόγια του Διονύση Σαββόπουλου έχω γράψει για τη στάση που κράτησε το Μάη του ’68. Ο Τσαρούχης ήξερε καλά ότι δεν υπάρχει ιδεολογία που δεν είναι εξουσία. Ήξερε από πρώτο χέρι ότι δεν υπάρχει καμία «πάλη» των Ιδεών γιατί οι νεκροί δεν σπρώχνονται μεταξύ τους. 

Ο ζωγράφος, όμως, επιχείρησε ν’ αποτιμήσει, όχι απλώς τη γέννηση του τσαρουχικού έργου, αλλά και να απαντήσει στο ερώτημα: πού σταματάει πράγματι το έργο του; Ανάμεσα στα έργα που έδειξε, αίσθηση προκάλεσε μια λεπτομέρεια στο «Προσχέδιον διακοσμήσεως κέντρου διασκεδάσεως». Πρόκειται για το ζωγραφισμένο κεφάλι ενός σκοτωμένου αντάρτη το 1947 το οποίο φανερώνει το πρόσωπο της βαρβαρότητας. Δίπλα του, κατάχαμα σωριασμένα, κεφάλια ανδρών από φωτογραφία που τραβήχτηκε το 2016 στην κατεχόμενη από την ISIS Παλμύρα (την ίδια χρονιά, θυμίζουμε, τη συγκλονιστική έκθεση του Α. Λεβίδη στο Μπενάκη της Κουμπάρη για το έγκλημα στη Συρία).

Αριστερά λεπτομέρεια από το έργο του Γ. Τσαρούχη και δεξιά φωτογραφία από τη βαρβαρότητα της ISIS

Εδώ ο χρόνος δεν διαστέλλεται και το έργο «ζει» πέρα από το ιστορικό συμβάν. Το ζητούμενο δηλαδή δεν είναι μόνο μια εποχή από τη ζωή του ζωγράφου, αλλά το πώς οι γνώσεις μας πρέπει να αρμόζουν, να σφιχτοδένονται μεταξύ τους ώστε να γίνεται δυνατό το πέρασμα στο καθολικό (αν δεν είναι αυτός ο κύριος σκοπός της Ακαδημίας, αναρωτιέμαι ποιος είναι). Έτσι διδασκόμαστε την κίνηση του πνεύματος και τους διάφορους τρόπους εκφάνσεώς της στη φιλοσοφία, στην επιστήμη, μα και στην τέχνη, κι αυτό το πέτυχε ακέραια ο ομιλητής. 

Στην πανηγυρική συνεδρία βρίσκονταν τα μέλη της Ακαδημίας και εκπρόσωποι της Πολιτείας. Θα περίμενε κανείς ότι την αίθουσα θα πλημμύριζε η κοινότητα των εικαστικών μας. Δεν ξεπερνούσαν την παλάμη του ενός χεριού. Όλοι συμφωνούμε ότι ο Τσαρούχης ανήκει σε αυτούς που συνιστούν την όποια πνευματική μας περιουσία. Οι ζωγράφοι μας δε νιώθουνε τον Τσαρούχη Δάσκαλό τους; Δεν αισθάνθηκαν την ανάγκη να τιμήσουν τον Αλέκο Λεβίδη με την παρουσία τους; 

Περισσότερο όμως κι από την απουσία των εικαστικών βαραίνει ότι δεν άκουσαν τον ζωγράφο οι εκκολαπτόμενοι συνάδελφοί του (με εξαίρεση δέκα νέους με στολή, αγόρια και κορίτσια μιας στρατιωτικής σχολής όπως είθισται σε τέτοιες εκδηλώσεις). Δεν όφειλαν να δώσουν το «παρών» οι δάσκαλοι της Σχολής Καλών Τεχνών με τους φοιτητές τους; Ποιες είναι λοιπόν οι παραστάσεις των νέων καλλιτεχνών, πού ακριβώς αναλώνουν τις δυνάμεις τους για να πληροφορηθούν, να μάθουν και να καταλάβουν τον κόσμο της τέχνης στον τόπο τους;

Αν δεν οδηγείστε συνεχώς στα δικά σας ερωτήματα, η ιστορία – και μάλιστα εκφρασμένη από το έργο ενός δημιουργού που παραμένει αγέραστο – θα μείνει ένα ωραίο, αλλά πάντως άψυχο κέλυφος στο αθηναϊκό κέντρο, που προσφέρεται για συνθήματα κι όπου διάφορες άσπρες, ακίνητες και πάντως αδιάφορες προτομές αποσπούν για λίγο την προσοχή σας – και πιθανώς εμποδίζουν τον δρόμο σας. 

Κεντρική φωτ.: Γιάννης Τσαρούχης, «Κάτω αι ιδέαι» ή «Ο Εσταυρωμένος Ιεράρχης» (1947)